Doc.gr

ΤΑ ΜΙΚΡΑ ΜΥΣΤΙΚΑ ΤΗΣ ΕΥΤΥΧΙΑΣ

Δημοσιεύτηκε: Σάββατο, 25 Ιουλίου 2015
ΤΑ ΜΙΚΡΑ ΜΥΣΤΙΚΑ ΤΗΣ ΕΥΤΥΧΙΑΣ
Η ευτυχία είναι μια αφηρημένη και ασαφής έννοια. Οι ορισμοί της είναι πολλοί, συχνά όμως το ίδιο αφηρημένοι όπως και η λέξη που προσπαθούν να προσδιορίσουν. Σύμφωνα με το λεξικό της Νέας Ελληνικής Γλώσσας του Γ. Μπαμπινιώτη, η ευτυχία ορίζεται ως «η πλήρης ευχαρίστηση και ικανοποίηση που αισθάνεται κάποιος από τη ζωή του». Όλοι επιθυμούμε και αναζητούμε την ευτυχία, όμως μας διαφεύγει μόνιμα τόσο το νόημα της όσο και οι τρόποι με τους οποίους θα την κατακτήσουμε. Αν δεχτούμε ότι το νόημα της ευτυχίας είναι υποκειμενικό – άρα δεν καλύπτεται από έναν και μοναδικό ορισμό -, τότε τι ισχύει για τους τρόπους κατάκτησης της;

Ένας τρόπος για να ξεκλειδώσουμε τα μυστικά της ευτυχίας είναι να «αντιγράψουμε» τα μυστικά των ανθρώπων που είναι «ορατά» ευτυχισμένοι. Είναι οι άνθρωποι που φαίνεται να έχουν πάντα μια ρόδινη, πιο αισιόδοξη αντιμετώπιση της ζωής και μια αίσθηση ολοκληρωμένης χαράς.

Ας δούμε λοιπόν τις συνήθειες και τους ψυχολογικούς μηχανισμούς των ευτυχισμένων ανθρώπων:
- Σχεδιάζουν την ζωή τους. Δεν μακαρίζουν ούτε καταριούνται τα πλάνα του Θεού και τα παιχνίδια της τύχης και της μοίρας. Παίρνουν τα πράγματα στα χέρια τους και θέτουν στόχους για τον εαυτό τους που είναι πραγματικά σημαντικοί για τους ίδιους (αφού ξεκαθαρίσουν το τοπίο από τις προσδοκίες των άλλων ή από στόχους που έχουν προκύψει λόγω φόβου, ανασφάλειας και αισθημάτων ενοχής). Οι στόχοι αυτοί δεν είναι αόριστοι ούτε ανέφικτοι και ανεδαφικοί. Είναι κοντινοί (χρονικά) και συγκεκριμένοι. Γνωρίζουν τι πραγματικά τους δίνει χαρά και επιδίδονται σε αυτές τις ευχάριστες δραστηριότητες αντί να σκοτώνουν την ώρα τους για παράδειγμα με την τηλεόραση. Δεν εμμένουν στη σιγουριά της απατηλής ασφάλειας αλλά τολμάνε να αλλάζουν την πορεία τους όταν μια δουλειά δεν τηρεί τις υποσχέσεις της ή όταν ένας έρωτας εξελίχθηκε σε πόνο.

- Επιτρέπουν στον εαυτό τους να είναι ευτυχισμένοι. Όσο κι αν φαίνεται περίεργο, είναι γεγονός ότι πολλοί άνθρωποι φοβούνται την ευτυχία. Σκεφτείτε την περίπτωση ενός ανθρώπου που αμέσως μετά από ένα επιτυχημένο αστείο και ακράτητο γέλιο, αναφωνεί «σε καλό να μας βγει!». Ο χριστιανικός πουριτανισμός ή οι δυσοίωνες νουθεσίες της οικογένειας για τους άπειρους κινδύνους της ζωής σκοτώνουν συστηματικά την εγγενή μας ικανότητα για χαρά καθώς και την αίσθηση ελέγχου που έχουμε πάνω στα γεγονότα της ζωής μας.

- Αναλαμβάνουν τις ευθύνες τους. Έχουν την επίγνωση ότι έχουν ευθύνη (ή μερίδιο της ευθύνης) για ό,τι τους συμβαίνει, άρα και την δυνατότητα να το αλλάξουν. Την ίδια στιγμή, αποδέχονται τα λάθη τους ως ανθρώπινα και ως καλές ευκαιρίες για μάθηση. Δεν ρίχνουν τις ευθύνες για την «κακή τους μοίρα» στους άλλους και έτσι είναι ελεύθεροι από μεμψιμοιρίες και ηττοπάθεια.

- Έχουν αυτοεκτίμηση και αυτοπεποίθηση. Ο βαθμός πίστης στον εαυτό μας είναι βασικό συστατικό της ευτυχίας αφού μας παρέχει τα κατάλληλα εργαλεία για να συμπεριφερόμαστε αποτελεσματικά και να αντιμετωπίζουμε τις δυσκολίες. Οι ευτυχισμένοι άνθρωποι αγαπάνε τον εαυτό τους παρά τα μειονεκτήματα τους (τα οποία και γνωρίζουν) και πιστεύουν ότι αξίζουν να αγαπηθούν και να είναι σεβαστοί.

- Η τέχνη της απόλαυσης. Φροντίζουν με την ίδια επιμέλεια τις υποχρεώσεις τους και τα πράγματα που τους δίνουν χαρά. Η διασκέδαση και το γλέντι έχουν μια σταθερή θέση στη ζωή τους γιατί φροντίζουν οι ίδιοι γι’ αυτό: οργανώνουν φιλικές συγκεντρώσεις, εξόδους, εκδρομές κλπ. Έτσι, περνούν περισσότερο χρόνο απ’ ότι οι υπόλοιποι άνθρωποι κάνοντας πράγματα που απολαμβάνουν.

- Οι «κολλητοί» φίλοι έχουν την προτεραιότητα. Ο χρόνος που αφιερώνει κανείς στις πολύ στενές φιλίες του, του δίνει βαθύτερη και γνησιότερη χαρά απ’ ότι γενικώς η κοινωνική συναναστροφή. Έρευνες έχουν καταδείξει για παράδειγμα ότι η φιλία έχει πολλή μεγαλύτερη επίδραση στην ευτυχία του ατόμου απ’ ότι το εισόδημα αυτό καθαυτό. Όσο πιο βαθιές είναι οι φιλικές μας σχέσεις τόσο καλύτερα νιώθουμε.

- Το χρήμα φέρνει ευτυχία όταν το ξοδεύουμε για άλλους. Έρευνες έχουν αποδείξει ότι πιο ευτυχισμένοι δηλώνουν όσοι έχουν αλτρουιστικές τάσεις δηλαδή ξοδεύουν χρήματα για να αγοράσουν δώρα ή για να προσφέρουν στους άλλους κάποιες ανέσεις. Η προσφορά στους άλλους δίνει μεγαλύτερη ευχαρίστηση απ’ ότι η ικανοποίηση προσωπικών αναγκών.

- Διαλογισμός. Τα οφέλη της διαχείρισης νου και ψυχής μέσω της τεχνικής του διαλογισμού είναι πολλά: βελτίωση διανοητικών ικανοτήτων (ανάπτυξη συγκέντρωσης και νοημοσύνης, εστίαση προσοχής, μαθησιακές ικανότητες), ενίσχυση ανοσοποιητικού, επιτάχυνση ανάρρωσης, ρύθμιση αρτηριακής πίεσης, μείωση κινδύνου καρδιακής προσβολής, σημαντική μείωση άγχους, σταδιακή αύξηση της αυτοκυριαρχίας, της αυτοεκτίμησης, της αυτοπεποίθησης και της δημιουργικότητας και της έμπνευσης, μεγαλύτερη κατανόηση και συμπόνοια. Όλα τα συστατικά για μια ευτυχισμένη ζωή!

- Είναι ρεαλιστικά αισιόδοξοι στον τρόπο σκέψης τους. Για τους αισιόδοξους κάθε επιτυχία είναι προσωπική, καθοριστική και μόνιμη (δηλαδή μπορεί αν επαναληφθεί). Αντίθετα, κάθε αποτυχία είναι περιορισμένη, λιγότερο προσωπική και συμπτωματική. Οι αισιόδοξοι λοιπόν πιστεύουν ότι κρατάνε την ζωή τους στα χέρια τους, άρα μπορούν αν ασκήσουν έλεγχο πάνω στις δυσάρεστες δοκιμασίες και ακόμη και να τις μετατρέψουν σε ευκαιρίες.

- Εκτιμούν το παρόν και όλες τις μικρές και απλές χαρές της καθημερινότητας.

- Δεν εμμένουν σε δυσάρεστα γεγονότα του παρελθόντος. Συχνά σχέσεις, δουλειές και φιλίες τελειώνουν με τρόπο άσχημο και απογοητευτικό, δημιουργώντας αισθήματα θλίψης και απόρριψης. Οι ευτυχισμένοι άνθρωποι γρήγορα απαλλάσσονται από το βάρος αυτών των συναισθημάτων και προχωρούν ανάλαφροι και με αισιοδοξία προς το καινούριο.


ΒΑΣΙΚΕΣ ΑΡΧΕΣ ΚΑΛΗΣ ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑΣ ΠΑΙΔΙΟΥ – ΓΟΝΙΩΝ

Δημοσιεύτηκε: Σάββατο, 25 Ιουλίου 2015
ΒΑΣΙΚΕΣ ΑΡΧΕΣ ΚΑΛΗΣ ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑΣ ΠΑΙΔΙΟΥ – ΓΟΝΙΩΝ

Η καλή επικοινωνία, δηλαδή η επικοινωνία με θετικό τρόπο, είναι απαραίτητη για να καλλιεργήσετε μια ικανοποιητική σχέση με τα παιδιά σας αλλά και για να σας ευχαριστεί ο ρόλος σας ως γονιού. Ας δούμε μερικές βασικές αρχές εποικοδομητικής θετικής επικοινωνίας με τα παιδιά.
  • Ο τρόπος που επικοινωνείτε μαζί τους χρειάζεται να τα πείθει ότι ενδιαφέρεστε πραγματικά να τα ακούσετε.
  • Κλείστε την τηλεόραση, αφήστε στην άκρη την εφημερίδα και αποφύγετε να απαντήσετε στο τηλέφωνο όταν το παιδί σας θέλει να συζητήσει κάτι ή έχει κάτι σημαντικό (για το ίδιο) να σας πει.
  • Κάθε μικρή ή μεγάλη ιστορία που έχει να σας πει είναι σημαντική.
  • Κρατήστε τις συζητήσεις ιδιωτικές, εκτός και αν υπάρχει συγκεκριμένος λόγος (ή επιθυμία του ίδιου του παιδιού) να περιλαμβάνονται σε αυτές και άλλοι άνθρωποι. Η καλύτερη επικοινωνία μεταξύ εσάς και του παιδιού σας συμβαίνει όταν δεν είναι τριγύρω και άλλοι.
  • Όταν το παιδί σας σας μιλάει, «κατεβείτε» στο ύψος του, γονατίστε στο ύψος των ματιών του και ακούστε προσεκτικά.
  • Εάν είστε πολύ θυμωμένοι λόγω μιας συμπεριφοράς ή κάποιου περιστατικού, αποφύγετε να επικοινωνήσετε μέχρι να ανακτήσετε την ψυχραιμία και ηρεμία σας γιατί είναι αδύνατον να είστε αντικειμενικοί διαφορετικά. Είναι καλύτερα να σταματήσετε και να μιλήσετε στο παιδί αργότερα.
  • Εάν είστε πολύ κουρασμένοι, θα χρειαστείτε περισσότερη ενέργεια και προσπάθεια ώστε να είστε ενεργητικός ακροατής, δηλαδή προσεκτικός ακροατής που επικοινωνεί ενδιαφέρον.
  • Ακούστε προσεκτικά και ευγενικά. Μην διακόπτετε το παιδί την ώρα που προσπαθεί να πει μια ιστορία και μην είστε ανυπόμονοι. Να είστε ευγενικοί με το παιδί όπως θα ήσασταν με ένα φίλο σας.
  • Φροντίστε να βρίσκετε κάποιο χρόνο που θα ασχολείστε ΜΟΝΟ με το παιδί. Μίση ώρα παιχνίδι ή κουβεντούλα χωρίς κανένα περισπασμό είναι σημαντικά καλύτερα απ’ ότι τρεις ώρες με συνεχείς διακοπές και περισπασμούς της προσοχής σας (γιατί ταυτόχρονα μαγειρεύετε π.χ.).
  • Εάν την στιγμή που το παιδί θέλει να σας πει κάτι, εσείς δεν μπορείτε να το ακούστε προσεκτικά γιατί κάνετε κάτι άλλο, μην προσποιείτε ότι το ακούτε. Πείτε ξεκάθαρα: «Δεν μπορώ να ακούσω προσεκτικά αυτή την στιγμή αυτό που θέλεις να μου πεις γιατί… Θέλω όμως πολύ να το ακούσω προσεκτικά. Θα μου το πεις μετά/κάποια άλλη στιγμή/μόλις…;»
  • Σεβαστείτε ότι το παιδί θα σας μιλήσει όποτε έχει το ίδιο διάθεση και όχι όποτε εσείς έχετε χρόνο ή διάθεση (ή τουλάχιστον όχι μόνο τότε). Μην θυμώνετε λοιπόν με την ακαταλληλότητα της στιγμής που διαλέγει.
  • Μην ρωτάτε γιατί, ρωτήστε τι συνέβη.
  • Μην λέτε ψέματα στα παιδιά για να τα ξεγελάσετε να κάνουν αυτό που θέλετε. Λέτε πάντα την αλήθεια με απλά λόγια προσαρμοσμένα στην ηλικία και τις αναπτυξιακές ικανότητες κάθε παιδιού («Ο μπαμπάς θα λείψει σε ταξίδι τρεις μέρες για δουλειά» και όχι «Θα γυρίσει σε λίγο»).
  • Μην κάνετε κήρυγμα, κριτική και τους «έξυπνους ενήλικες» («εγώ ξέρω τι είναι σωστό για σένα», «κάνε απλά αυτό που σου λέω» κλπ). Δεν βοηθάνε στο να δημιουργήστε και να διατηρήσετε μια ανοιχτή επικοινωνία με το παιδί σας.
  • Να θυμάστε τα λόγια ενός πιτσιρικά:
« Όταν τα κάνω θάλασσα, κανένας δεν το ξεχνάει. Όταν τα πάω καλά, κανένας δεν το βλέπει». Να θυμάστε να λέτε καλά λόγια και να επιβραβεύετε τις σωστές συμπεριφορές, ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΑΥΤΟΝΟΗΤΕΣ!
  • Μην χρησιμοποιείτε ΠΟΤΕ λέξεις όπως: «είσαι τεμπέλης», «χαζός», «ανίκανος», «μην κάνεις σαν μωρό». Μην τις χρησιμοποιείτε ούτε όταν μιλάτε για άλλα παιδιά!
  • Δείξτε ότι σέβεστε και αγαπάτε το ίδιο το παιδί, ανεξάρτητα απ’ ό,τι κάνει. Όταν κάτι δεν σας αρέσει, μιλήστε για την συγκεκριμένη συμπεριφορά, όχι για το άτομο συνολικά.
  • Χρησιμοποιήστε το μήνυμα στο πρώτο πρόσωπο.
  • Μειώστε τα «όχι» που λέτε στα παιδιά σας. Πείτε «όχι» σε σημαντικά πράγματα. Αν λέτε πάρα πολλά «όχι» (σίγουρα δεν είναι όλα πραγματικά σημαντικά), τα παιδιά θα είναι λιγότερο πιθανό να ανταποκριθούν στα πράγματι σημαντικά «όχι». (π.χ. μην λέτε «όχι» κάθε φορά που πλησιάζει το χαμηλό τραπέζι με το αγαπημένο σας κρυστάλλινο βάζο, αλλάξτε θέση στο βάζο!).
  • Αποφύγετε να λέτε «μη». Αντ’ αυτού, δώστε εναλλακτικές. Π.χ. αντί να πείτε «μην πιάνεις το φλυτζάνι», πείτε «πιάσε καλύτερα αυτό το ποτήρι» (πλαστικό).
  • Μην υποτιμάτε την σημασία των συναισθημάτων του παιδιού. Όταν φοβάται ή ντρέπεται για κάτι που στα μάτια σας φαίνεται ανόητο, μην του λέτε «μην φοβάσαι». Σκεφτείτε αν και πόσο σας βοήθησε εσάς σε μια δύσκολη στιγμή η προτροπή «μην στενοχωριέσαι», «μην αγχώνεσαι» κλπ. Σεβαστείτε τον φόβο του («φοβάσαι μωρό μου;»), ρωτήστε τι το φοβίζει και ανάλογα με την ηλικία του κουβεντιάστε ή συνοδέψτε το σταδιακά σε αυτό που φοβάται.
  • Μην χρησιμοποιείτε απειλές που δεν θα πραγματοποιήσετε. Οι απειλές που δεν πραγματοποιούνται («Αν δεν σταματήσεις να φωνάζεις, δεν θα σε ξαναπάρω μαζί μου για βόλτα»), μειώνουν την αξιοπιστία σας. Πείτε μόνο ότι είστε πραγματικά διατεθειμένοι να πραγματοποιήσετε.
  • Χρησιμοποιείτε σε καθημερινή βάση θετικές ενισχύσεις, λόγια αγάπης, επιβράβευσης και αναγνώρισης. Τα παιδιά λαχταράνε την θετική προσοχή και ανταποκρίνονται σε αυτήν πολύ πιο αποτελεσματικά απ’ ότι στην αρνητική. ΠΡΟΣΟΧΗ: Μην λέτε «είσαι καλό παιδί» ή «θέλω να είσαι καλό παιδί» γενικά και αόριστα γιατί έτσι το παιδί δεν γνωρίζει τι ακριβώς του ζητάτε να κάνει. Επιπλέον, του δίνετε το έμμεσο μήνυμα ότι το αγαπάτε και ότι αξίζει ως προσωπικότητα μόνο όταν υπακούει και αυτό είναι καταστροφικό για την αυτοεκτίμηση του. Εξάλλου λάθη κάνουμε όλοι. Αυτό δεν μας κάνει «κακούς ανθρώπους».


Όταν ένα παιδί ζει με κριτική, μαθαίνει να καταδικάζει. Όταν ένα παιδί ζει με εχθρότητα, μαθαίνει να τσακώνεται. Όταν ένα παιδί ζει με γελοιοποίηση, μαθαίνει να ντρέπεται. Όταν ένα παιδί ζει με φόβο, μαθαίνει να φοβάται. Όταν ένα παιδί ζει με ντροπή, μαθαίνει να ζει με ενοχές. Όταν ένα παιδί ζει με ανοχή, μαθαίνει να έχει υπομονή. Όταν ένα παιδί ζει με ενθάρρυνση, μαθαίνει να νιώθει αυτοπεποίθηση. Όταν ένα παιδί ζει με αποδοχή, μαθαίνει να αγαπά. Όταν ένα παιδί ζει με αναγνώριση, μαθαίνει ότι είναι καλό να έχει στόχους. Όταν ένα παιδί ζει με ειλικρίνεια, μαθαίνει τι είναι η αλήθεια. Όταν ένα παιδί ζει με τιμιότητα, μαθαίνει τι είναι η δικαιοσύνη. Όταν ένα παιδί ζει με ασφάλεια, μαθαίνει να έχει πίστη στον εαυτό του και στους γύρω του. Όταν ένα παιδί ζει με φιλικότητα, μαθαίνει ότι ο κόσμος είναι ένα όμορφο μέρος όπου ζει για να αγαπήσει και να αγαπηθεί. Ποίημα Ανωνύμου

30 +, Γυναίκα, Μόνη

Δημοσιεύτηκε: Σάββατο, 25 Ιουλίου 2015
30 +, Γυναίκα, Μόνη
Η δεκαετία των 30 – και ετών, είναι για την γυναίκα η περίοδος που ξαφνικά συνειδητοποιεί ότι ο χρόνος περνάει γρήγορα…πολύ γρήγορα. Ειδικότερα, γύρω στα 35, οπότε νιώθει ότι το βιολογικό της ρολόι χτυπάει και τίποτα δεν μπορεί να επιβραδύνει την πορεία του. Νιώθει ότι τελειώνει το χρονικό περιθώριο που της δίνει η φύση για να τεκνοποιήσει. Αυτός ο φυσικός χρονικός περιορισμός δημιουργεί ένα αναπόφευκτο άγχος που ωθεί στην αναζήτηση, όσο το συντομότερο δυνατόν, των συνθηκών που θα της επιτρέψουν να κάνει παιδιά, δηλαδή του γάμου.
Το άγχος για το κοντινό τέλος της αναπαραγωγικής της δυνατότητας διακατέχει συχνά ακόμη και τις γυναίκες που δεν επιθυμούν ή δεν είναι σίγουρες ότι επιθυμούν να τεκνοποιήσουν. Να αποκτήσει μια γυναίκα παιδί θεωρείται η «μοίρα» της, ο «προορισμός» της. «Είναι φυσικό». Η κοινωνία (και όχι μόνο η φύση) λέει στις γυναίκες ότι «γυναίκα ίσον μητέρα». Στις συνεντεύξεις μεσήλικων γυναικών – ανεξάρτητα από τα υπόλοιπα επιτεύγματα και την ακτινοβολία της προσωπικότητας τους - πάντα τίθεται η ερώτηση: «μετανιώσατε που δεν κάνατε παιδί;». Δεν θυμάμαι να έχει γίνει ποτέ η ίδια ερώτηση σε άντρα αντίστοιχης ηλικίας. Αυτές που αρνούνται την μητρότητα είναι – στα μάτια τόσο των αντρών όσο και των υπόλοιπων γυναικών - λιγότερο γυναίκες: καθίστανται ύποπτες μιας επιζήμιας και επώδυνης έλλειψης, μιας ελαττωματικής και μη ολοκληρωμένης ύπαρξης. Όταν μια γυναίκα μετά τα τριάντα δεν είναι βέβαιη ότι θέλει να αποκτήσει παιδιά, αμέσως διερωτάται: «Μήπως κάτι δεν πάει καλά με εμένα?». Η στάση της θέτει σε λειτουργία την άμεση ιδεολογική αντεπίθεση του περίγυρου της, ο οποίος ανησυχεί, απορεί, νουθετεί, παρατηρεί με απορία και περιφρόνηση, υποπτεύεται την ύπαρξη κάποιας αναπηρίας (χαρακτηρολογικής ή διανοητικής). Σχεδόν πάντα, η ίδια της η οικογένεια της επιτίθεται.

Η επιθυμία της μητρότητας, μια κατεξοχήν κοινωνική επιταγή, έχει εσωτερικευθεί στην γυναίκα από την παιδική της ηλικία και εκδηλώνεται αργότερα είτε με την μορφή της «προσωπικής» επιθυμίας, είτε με την μορφή της ενοχής για την μη επιθυμία. Αυτή η επιταγή σε συνδυασμό με την επίγνωση του φυσικού χρονικού περιορισμού, οδηγεί αρκετές γυναίκες σε «αναγκαστικές» αποφάσεις έσχατης λύσης και στην οπισθοχώρηση μπροστά στην πίεση του οικογενειακού και ευρύτερου κοινωνικού περιβάλλοντος, με ολέθριες συχνά συνέπειες.
Παρ’ όλο που η ελεύθερη έκφραση περιφρόνησης για τις «γεροντοκόρες» είναι πλέον σπάνια, η ουσιαστική περιφρόνηση για την ανύπαντρη γυναίκα εξακολουθεί να υπάρχει. Το να είναι μόνη θεωρείται αποτυχία να βρει σύντροφο, ανικανότητα να δεσμευτεί λόγω ναρκισσισμού, ψυχρότητας και αντίδρασης στην «φυσική τάξη», ή αναζητείται κάποια «σκοτεινότερη» αιτία. Σε καμία περίπτωση, η εξήγηση της επιλογής δεν γίνεται πραγματικά δεκτή. Το περιοδικό «Nouvel Observateur» (3-9. 1. 2008), στο αφιέρωμα του για την Simone de Beauvoir(1), «είναι αποκαλυπτικό των όρων που οφείλει να πληροί μια γυναίκα (ακόμα κι αυτή): να …συνοδεύεται από έναν άντρα»(2).

Αν και τα στατιστικά δεδομένα καταδεικνύουν πως ολοένα και περισσότερες Ελληνίδες (ανεξαρτήτως ηλικίας) διστάζουν να παντρευτούν,τα ποσοστά αυτά μειώνονται εντυπωσιακά όταν πρόκειται για τις ηλικίες μεταξύ 32 και 39 ετών.Η εποχή όπου ο γάμος αποτελούσε αυτοσκοπό για τις νέες γυναίκες είναι πλέον παρελθόν. Η εποχή όπου οι 35άρες γυναίκες νιώθουν άγχος και αποτυχία όταν παραμένουν ανύπαντρες δεν έχει ακόμη παρέλθει. Παρ' όλο που οι κάποτε κραταιές αντιλήψεις περί αναγκαιότητας γάμου και παιδιών έχει εκφυλιστεί στο χτύπημα του βιολογικού ρολογιού, οι γυναίκες πανικοβάλλoνται για την αποτυχία τους να βρουν σύντροφο σε εκπληκτικά μικρή ηλικία,ήδη από την εφηβεία. Επιπλέον, άντρες και γυναίκες που δεν έχουν παντρευτεί στα 35 τους αντιμετωπίζονται πολύ διαφορετικά: οι εργένηδες αυτής της ηλικίας είναι περιζήτητοι, ζηλευτοί και ελεύθεροι πιέσεων να "αποκατασταθούν", ενώ οι αντίστοιχες εργένισσες καλούνται κάθε στιγμή να υπερασπιστούν την ύπαρξη τους και να αρνούνται ευγενικά "ευκαιρίες" γνωριμιών.

Η συνεχής αυτή πίεση (εξωτερική και εσωτερική) για γάμο και αναπαραγωγή στην πραγματικότητα βάζει σε σοβαρό κίνδυνο τις γυναίκες με πολλαπλούς τρόπους. Τις γεμίζει άγχος, στο οποίο είναι ούτως ή άλλως περισσότερο ευάλωτες από τους άντρες (περισσότερες από τις μισές γυναίκες δηλώνουν ότι βιώνουν το άγχος στην καθημερινότητα τους). Η αίσθηση αποτυχίας και ανικανότητας τις κάνει περισσότερο ευάλωτες στην κατάθλιψη (την οποία παρουσιάζουν σε ποσοστό διπλάσιο από το αντίστοιχο των αντρών). Αναλώνουν μεγάλο μέρος της ενέργειας και του δυναμικού τους σε μια αγχογόνα προσπάθεια να βρουν και να κρατήσουν έναν άντρα. Δυστυχώς, συχνά, προχωρούν σε ένα γάμο από απελπισία, ανασφάλεια ή εξάντληση της αντοχής τους απέναντι στις πιέσεις του περιβάλλοντος τους. Γυναίκες μου έχουν εξομολογηθεί το εξής ενδεικτικό: "Δεν με νοιάζει αν θα χωρίσω μετά. Αρκεί να παντρευτώ!".
Επικρατεί ακόμη η εμμονή ότι ο γάμος και η τεκνοποίηση ικανοποιούν όλες τις ανάγκες της γυναίκας.Και όμως, σύγχρονες έρευνες αναδεικνύουν ένα εντυπωσιακό και αντίθετο με την κοινή αντίληψη αποτέλεσμα: ο γάμος λειτουργεί ως επιβαρυντικός παράγοντας κατάθλιψης στις γυναίκες, ενώ αντίθετα στους άντρες λειτουργεί προστατευτικά! Όπως ξέρουν αρκετές μοναχικές γυναίκες, το να είσαι μόνη και ελεύθερη είναι ευλογία σε σχέση με την δυστυχία που προκαλεί ένας κακός σύντροφος και ένας κακός (=για λάθος λόγους) γάμος. "Εξάλλου τα πράγματα που θέλεις συνήθως δεν εμφανίζονται παρά μόνο όταν έχεις πάψει να τα ψάχνεις" (Germaine Greer,Η ολοκληρωμένη γυναίκα)


ΔΙΑΒΑΣΤΕ:
Τα καλά κορίτσια πάνε στον παράδεισο, τα κακά πάνε παντού,Ούτε Έρχαρτ, Εκδ. Καστανιώτη
Κάθε μέρα και πιο κακό κορίτσι, Ούτε Έρχαρτ, Εκδ. Καστανιώτη
Η ολοκληρωμένη γυναίκα, Germaine Greer, Εκδ. Ενάλιος

1 Simone de Beauvoir: κάτοχος του υψηλότερου πανεπιστημιακού διπλώματος στην φιλοσοφία στη Γαλλία, βραβευμένη με το βραβείο Γκονκούρ (το σημαντικότερο λογοτεχνικό βραβείο στη Γαλλία), συγγραφέας των βιβλίων "Το Δεύτερο Φύλο" και "Δεν γεννιέσαι γυναίκα, γίνεσαι".
2 Sylvie Tissot, Η γυμνή Σιμόν με τα βαμμένα νύχια, Le Monde Diplomatique, ελλην. εκδ., 2.3.2008.

ΓΟΝΕΙΣ ΚΑΙ ΠΑΙΔΙΑ: ΠΕΙΘΑΡΧΙΑ Ή ΣΥΝΕΡΓΑΣΙΑ;

Δημοσιεύτηκε: Σάββατο, 25 Ιουλίου 2015
ΓΟΝΕΙΣ ΚΑΙ ΠΑΙΔΙΑ: ΠΕΙΘΑΡΧΙΑ Ή ΣΥΝΕΡΓΑΣΙΑ;
Οι προσεγγίσεις στην ανατροφή των παιδιών είναι μεταβλητές μέσα στο χρόνο και έχουν κυμανθεί από το πρότυπο του αυταρχισμού μέχρι το πρότυπο της απόλυτης ελευθερίας. Στις μέρες μας πάντως, δεν υπάρχει ένας σαφώς οριοθετημένος τρόπος προσέγγισης του παιδιού. Αυτό ανοίγει ένα εξαιρετικά δημιουργικό χώρο στο οποίο οι γονείς μπορούν να αποφασίζουν μόνοι τους για τα πρότυπα που θα ακολουθήσουν ανάλογα με τις ανάγκες τους. Την ίδια στιγμή όμως οδηγεί πολλούς στην σύγχυση: τι είναι καλύτερο; Επιπλέον, οι τρόποι της προηγούμενης γενιάς φαίνεται να μην έχουν πλέον αποτέλεσμα. Τα σημερινά παιδιά είναι σαφώς πιο ενημερωμένα αλλά ταυτόχρονα και πιο «δύσκολα»: οι δυσκολίες και οι απαιτήσεις που τους θέτει η πραγματικότητα είναι πολύ μεγαλύτερες. Δεν είναι εξάλλου τυχαίο ότι τις τελευταίες δεκαετίες γίνεται για πρώτη φορά λόγος για παθολογικό άγχος στα παιδιά. Εσείς λοιπόν που μεγαλώνετε παιδιά σήμερα, είμαι σίγουρη ότι βιώνετε συχνά αντιφατικά συναισθήματα: από τη μια μεριά μπορείτε να χαρείτε περισσότερο τα παιδιά σας χωρίς να χρειάζεται να είσαστε οι απλησίαστοι μπαμπούλες των παλαιότερων εποχών, από την άλλη όμως νιώθετε ότι είναι πιο δύσκολο να πετύχετε τη συνεργασία των παιδιών σας χωρίς να τα καταπιέζετε.

ΜΙΑ ΣΗΜΑΝΤΙΚΗ ΕΡΩΤΗΣΗ: ΤΙ ΘΕΛΟΥΜΕ ΣΤΗΝ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑ ΓΙΑ ΤΑ ΠΑΙΔΙΑ ΜΑΣ Ή ΠΟΙΕΣ ΕΙΝΑΙ ΟΙ ΒΑΣΕΙΣ ΠΟΥ ΘΕΛΟΥΜΕ ΝΑ ΤΟΥΣ ΔΩΣΟΥΜΕ;

Κάθε οικογένεια έχει φυσικά τις δικές της προτεραιότητες (π.χ. καλλιτεχνικές ικανότητες ή αθλητικές επιδόσεις, ανεξαρτησία ή στενή σχέση με την οικογένεια). Αν βάλουμε στην άκρη αυτές τις διαφορές, θα βρούμε μια πιο σφαιρική απάντηση στους εξής στόχους:
1. Η επίτευξη μέσα στην οικογένεια μιας σχετικής αρμονίας, η οποία συνίσταται στο ότι τα μέλη της σέβονται ο ένας τον άλλον και αισθάνονται ασφάλεια, υποστήριξη και εμπιστοσύνη.
 2. Η ανάπτυξη της ικανότητας του παιδιού να συνυπάρχει αρμονικά, να συνεργάζεται και να γίνεται αποδεκτό από τα άλλα συνομήλικα παιδιά.
 3. Η συμφιλίωση και η προσαρμογή του παιδιού με το σχολείο, η οποία συνίσταται στο να καταλάβει ποιες είναι οι υποχρεώσεις του και να προσπαθήσει να ανταποκριθεί σε αυτές όσο καλύτερα μπορεί.
4. Η αφομοίωση από το παιδί μιας σειράς από κώδικες συμπεριφοράς που ισχύουν για όλους όσοι ζούμε σε ένα συγκεκριμένο πολιτισμικό περιβάλλον και κάνουν τη ζωή μας με τους άλλους πιο εύκολη και πιο αρμονική.
5. Η προστασία του παιδιού αλλά ταυτόχρονα και κυρίως η αφομοίωση από το ίδιο το παιδί τρόπων προφύλαξης του εαυτού του από οτιδήποτε βάζει σε κίνδυνο την υγεία, την ακεραιότητα (ψυχική και σωματική) και την ανάπτυξη του.


Πώς μπορούμε λοιπόν να είμαστε αποτελεσματικοί ως γονείς σε σχέση με τους στόχους που βάζουμε στην ανατροφή των παιδιών;
Θα ξεκινήσω με 4 ιδέες, 4 υποσχέσεις που πρέπει να δώσετε στον εαυτό σας και να θυμάστε ανεξάρτητα από οποιαδήποτε τακτική ή προσέγγιση κι αν ακολουθείτε.

1. Καθώς μεγαλώνετε τα παιδιά σας να έχετε τη γενναιότητα να είστε ανοιχτοί και να δέχεστε τις νέες ιδέες. Είναι παρατηρημένο ότι στα περισσότερα προβλήματα που συναντάμε, αναζητούμε λύσεις που μας είναι ήδη οικείες και κοντινές, χωρίς να είναι αυτές απαραίτητα και αποτελεσματικές. Όταν αυτά που κάνετε είναι αποτελεσματικά, συνεχίστε έτσι. Αν όχι, να έχετε το θάρρος να δοκιμάσετε κάτι καινούριο.
 2. Η δεύτερη υπόσχεση που πρέπει να δώσετε στον εαυτό σας είναι να έχετε άφθονη υπομονή. Αν για παράδειγμα το παιδί σας είναι 9 ετών και είναι ακατάστατο, είχε 9 χρόνια να αναπτύξει αυτή τη συμπεριφορά. Μην περιμένετε να αλλάξει σύντομα. Αυτό είναι το σημείο στο οποίο απογοητεύονται οι περισσότεροι γονείς όταν δοκιμάζουν κάποια διαφορετική στρατηγική. Όταν δοκιμάζετε μια καινούρια προσέγγιση, θα χρειαστούν ίσως ολόκληροι μήνες σταθερής εφαρμογής αυτής της προσέγγισης πριν να δείτε αλλαγές.
 3. Η τρίτη υπόσχεση αφορά στην εξάσκηση. Κάθε φορά που μαθαίνετε κάτι καινούριο ή διαφορετικό από αυτό που κάνατε μέχρι τώρα, εξασκηθείτε. Δείτε το ρόλο του γονιού ως επάγγελμα: όσο περισσότερη εξάσκηση τόσο καλύτερα τα αποτελέσματα.
 4. Τέλος, αν θέλετε να αλλάξει η συμπεριφορά του παιδιού σας, ρίξτε μια προσεκτική ματιά στη δική σας συμπεριφορά. Είναι κάτι που θα σας προκαλέσει πιθανώς αμηχανία. Προσπαθήστε όμως να μην αισθανθείτε ότι απειλείστε ή ότι πρέπει να αμυνθείτε. Ο τρόπος που συμπεριφέρεστε στα παιδιά σας επηρεάζει τον τρόπο που συμπεριφέρονται σε εσάς και σε όλους τους άλλους.

Πριν δούμε λοιπόν πως επιτυγχάνεται η πειθαρχία, ας δούμε τι ακριβώς είναι η πειθαρχία. Συχνά η πειθαρχία συγχέεται με την τιμωρία. Στην πραγματικότητα η τιμωρία είναι ένα μόνο μικρό μέρος της πειθαρχίας και αυτό όταν χρησιμοποιείται σωστά. Αρκετοί πιστεύουν ότι στόχος της πειθαρχίας είναι ο έλεγχος του παιδιού, δηλαδή να το κάνουμε να συμπεριφέρεται καλά ή ακόμα και σαν ενήλικας, με οποιοδήποτε κόστος. Ο στόχος αυτός είναι και ανέφικτος και παράλογος.
 Πειθαρχία σημαίνει να διδάσκουμε τα παιδιά να παίρνουν αποφάσεις για τη συμπεριφορά τους και οι αποφάσεις αυτές να είναι υπεύθυνες. Σκοπός της πειθαρχίας είναι η συνεργασία στις σχέσεις παιδιών και γονιών, να μάθουν τα παιδιά να είναι συνεργάσιμα και να αυτοελέγχονται. Αυτό σημαίνει ότι τα παιδιά σας επιλέγουν να συμπεριφερθούν σωστά επειδή το βρίσκουν λογικό να συμπεριφέρονται σωστά και όχι επειδή το επιβάλλετε εσείς.
Μη ξεχνάτε ότι όταν κανείς συμπεριφέρεται σωστά νιώθει καλά και ότι τα παιδιά σας είναι στην πραγματικότητα πολύ περισσότερο πρόθυμα να συνεργαστούν από όσο νομίζετε. Υπάρχουν φυσικά περιστάσεις στις οποίες ο έλεγχος είναι απαραίτητος, αν για παράδειγμα το παιδί σας θέλει να παίξει με την πρίζα, θα το ελέγξετε, θα το απομακρύνετε ακόμα και βίαια αν χρειαστεί, προκειμένου να μην κινδυνέψει.
Η ανάγκη για συνεργασία γίνεται πιο φανερή αν σκεφτείτε ότι τα παιδιά σας μεγαλώνουν και θα έχετε εκ των πραγμάτων προοδευτικά λιγότερο έλεγχο πάνω στη συμπεριφορά τους. Τότε, θα πρέπει να βασίζεστε στη συνεργασία και την εμπιστοσύνη που έχετε κτίσει όλα τα προηγούμενα χρόνια.

Ας δούμε ένα παράδειγμα για να γίνει καλύτερα κατανοητή η διαφορά μεταξύ πειθαρχίας και τιμωρίας. Φανταστείτε ότι ο γιος σας είναι 7 ετών και δημιουργεί ακαταστασία μέσα στην κουζίνα γιατί πείνασε, άνοιξε το ψυγείο και έφταιξε μόνος του ένα σάντουιτς. Πώς θα αντιδράσετε; Αν ακολουθήσετε την άποψη ότι πειθαρχία = τιμωρία θα σκεφτείτε: «Πώς πρέπει να τιμωρηθεί για να μην το ξανακάνει;». Μπορεί να του βάλετε τις φωνές, να τον επιπλήξετε ή να τον στείλετε στο δωμάτιο του. Έτσι θα καταλήξετε να εκνευριστείτε και οι 2. Τι θα μπορούσατε να κάνετε ώστε να του προσφέρετε μια εμπειρία μάθησης; Θέλετε ο γιος σας να καθαρίσει μόνος του. Θα μπορούσατε να του πείτε: «Γιώργο, χαίρομαι που βλέπω ότι είσαι αρκετά μεγάλος για να φτιάχνεις μόνος σου φαγητό. Έμεινε όμως πολύ ακαταστασία. Ξέρω ότι μπορείς να τα καταφέρεις καλύτερα. Σε παρακαλώ, μάζεψε τα. Πες μου αν χρειαστείς βοήθεια». Στην 1η περίπτωση, προσπαθείτε να ελέγξετε τη συμπεριφορά του παιδιού σας, ενώ στη 2η ενθαρρύνετε το παιδί σας να ελέγξει μόνο του τη συμπεριφορά του.


Μην παίρνετε πάρα πολλές αποφάσεις για λογαριασμό των παιδιών σας. Είναι κατανοητό ότι το κίνητρο σας είναι να τα προστατεύσετε από λανθασμένες επιλογές και τις συνέπειες τους, όταν όμως γίνεστε υπερπροστατευτικοί αποστερείτε από τα παιδιά ευκαιρίες για να μάθουν πώς να παίρνουν αποφάσεις.

Διαχωρίστε τους κανόνες και τις δραστηριότητες του παιδιού σε 3 κατηγορίες:
1. Μερικά πράγματα είναι απαραίτητα να τα κάνει, είναι δηλαδή αδιαπραγμάτευτα: να πηγαίνει στο σχολείο, να περνάει την τάξη, να γυρίζει σπίτι μετά το σχολείο κλπ
 2.Μερικά άλλα πράγματα μπορούν να είναι διαπραγματεύσιμα: τι ώρα θα κοιμηθεί, τι θα φάει, πόση ώρα θα δει τηλεόραση κλπ.
3. Για κάποια άλλα πράγματα, δώστε στα παιδιά απόλυτη εξουσία να αποφασίσουν μόνα τους: τους φίλους τους, τα σπορ, τη μουσική που ακούνε. Ανάλογα με την ηλικία και την ωρίμανση τους, δίνετε προοδευτικά μεγαλύτερη ελευθερία αποφάσεων. Αυτό τα ενθαρρύνει να συνεχίσουν να φέρονται υπεύθυνα, να παίρνουν σωστές αποφάσεις και κυρίως να σας εμπιστεύονται.
  • Εμπιστευτείτε το παιδί σας ότι θα κάνει το «σωστό», ανάλογα βέβαια με τους περιορισμούς της ηλικίας και το στάδιο ανάπτυξης του παιδιού.
  • Φτιάξτε κανόνες που να είναι λογικοί, ξεκάθαροι, συγκεκριμένοι και κατάλληλοι για την ηλικία του παιδιού.
  • Αφήστε το παιδί να βιώσει τις συνέπειες τις συμπεριφοράς του, όποτε βέβαια αυτό είναι δυνατόν.
  • Μη χρησιμοποιείτε δωροδοκίες για να πείσετε το παιδί σας να αλλάξει γνώμη. Ανταμείβοντας ένα ξέσπασμα θυμού, τα κλαψουρίσματα ή την πιεστική συμπεριφορά , μαθαίνετε στο παιδί ότι έτσι μπορεί να αποκτά ό,τι θέλει.


ΤΙ ΕΙΝΑΙ ΤΟ ΝΑ ΑΓΑΠΑΣ;

Δημοσιεύτηκε: Σάββατο, 25 Ιουλίου 2015
ΤΙ ΕΙΝΑΙ ΤΟ ΝΑ ΑΓΑΠΑΣ;
«Τι είναι το να αγαπάς;» (Σαίξπηρ)
Σε όλο τον κόσμο άνθρωποι μαραζώνουν από έρωτα, ζουν από έρωτα, σκοτώνουν από έρωτα και πεθαίνουν από έρωτα. Η ρομαντική αγάπη είναι ένα από τα πιο ισχυρά αισθήματα στη Γη. Οι ανθρωπολόγοι έχουν βρει αποδείξεις ρομαντικής αγάπης σε 170 κοινωνίες. Δεν έχουν βρει ποτέ κοινωνία που να μην την είχε… Γιατί αποζητάμε τόσο πολύ τον έρωτα;
Η Έλεν Φίσερ (ανθρωπολόγος και ερευνητής της ανθρώπινης συμπεριφοράς) και οι συνεργάτες της διερευνούν το θέμα της ρομαντικής αγάπης εδώ και πάνω από τριάντα χρόνια. Με την βοήθεια της Λειτουργικής Μαγνητικής Τομογραφίας (functional Magnetic Resonance Imaging - fMRI) - της τεχνικής που μας επιτρέπει να «δούμε» ζώντα τον ανθρώπινο εγκέφαλο και την νευρωνική δραστηριότητα του – έχουν κάνει κάποιες συγκλονιστικές ανακαλύψεις που ίσως δίνουν απαντήσεις στο πως και γιατί αγαπάμε. Αντίθετα με ότι ίσως πιστεύουμε οι περισσότεροι άνθρωποι, η Φίσερ υποστηρίζει πως η ρομαντική αγάπη δεν είναι συναίσθημα, είναι βιολογική ορμή. Πιο συγκεκριμένα, υπάρχουν βαθιά ριζωμένα στον ανθρώπινο εγκέφαλο τρία βασικά διαφορετικά εγκεφαλικά συστήματα που εξελίχτηκαν μέσα από την διαδικασία του ζευγαρώματος και της αναπαραγωγής και σχετίζονται με τον σεξουαλικό πόθο, τον έρωτα και την αγάπη:
  1. Παρόρμηση για σεξ, επιθυμία για σεξουαλική ικανοποίηση (sex drive): εξελίχτηκε ώστε να διασφαλίζει πως θα αναζητάμε την συνουσία, απαραίτητη για την αναπαραγωγή
  2. Ρομαντική αγάπη, δηλαδή ο ενθουσιασμός, η έμμονη ιδέα του πρώτου καιρού της αγάπης (romantic love): εξελίχτηκε ώστε να μας δώσει την δυνατότητα να εστιάσουμε την ενέργεια για ζευγάρωμα σ’ ένα μόνο άτομο κάθε φορά ώστε να εξοικονομούμε χρόνο και ενέργεια
  3. Προσκόλληση σ΄ ένα σύντροφο, δηλαδή η αίσθηση ηρεμίας και ασφάλειας που αισθανόμαστε με τον μόνιμο σύντροφο (attachemnet): εξελίχτηκε ώστε να… ανεχόμαστε τον σύντροφο μας, τουλάχιστον όσο χρειάζεται για να μεγαλώσουμε τα παιδιά μας (!)
Η χημική ουσία ντοπαμίνη παίζει καθοριστικό ρόλο σε όλα αυτά, καθώς είναι φυσικό διεγερτικό. Και ένα από τα πιο εντυπωσιακά ευρήματα είναι πως ο εγκέφαλος του ερωτευμένου (είτε έχει βρει ανταπόκριση είτε όχι) παρουσιάζει παρόμοια εικόνα, δηλαδή δραστηριότητα, με εκείνη που παρουσιάζει ο εγκέφαλος όταν διεγείρεται με κοκαΐνη: ενεργοποιείται το σύστημα επιβράβευσης του εγκεφάλου, που σχετίζεται με τις επιθυμίες, τα κίνητρα, την εστίαση και τον πόθο. Ο ερωτευμένος εγκέφαλος είναι λοιπόν ένας… εθισμένος εγκέφαλος. Η ρομαντική αγάπη έχει όλα τα χαρακτηριστικά της εξάρτησης: εστιάζουμε την προσοχή μας στο αγαπημένο πρόσωπο, το οποίο αποκτά ειδικό νόημα, το μεγαλοποιούμε, νιώθουμε υπερβολική ενέργεια, γίνεται έμμονη ιδέα, νιώθουμε αγαλλίαση όταν το έχουμε και απόγνωση όταν δεν το έχουμε.
Η ντοπαμίνη συνδέεται με την ρομαντική αγάπη και η έκκριση της αυξάνεται την ώρα του οργασμού. Έτσι, μπορεί να ερωτευτείτε κάποιον με τον οποίο κάνατε σεξ (ενώ αρχικά δεν είχατε κανένα τέτοιο σκοπό ή αίσθημα). Οι άλλες δύο ουσίες που εμπλέκονται είναι η οξυτοκίνη (η επονομαζόμενη «ορμόνη της αγάπης») και η βασοπρεσίνη. Αυτές συνδέονται κυρίως με την προσκόλληση και η έκκριση τους αυξάνεται επίσης με τον οργασμό αλλά όχι μόνο (π.χ. η οξυτοκίνη αυξάνεται επίσης με την αγκαλιά).
Παρόλ’ αυτά, τα τρία εγκεφαλικά συστήματα που περιγράφηκαν πιο πάνω, συχνά συνεργάζονται μεταξύ τους αλλά όχι απαραίτητα: λειτουργούν άψογα και ανεξάρτητα το ένα από το άλλο. Με άλλα λόγια, η βαθιά αίσθηση οικειότητας με τον επί πολλά χρόνια σύντροφό μας, το ερωτικό συναίσθημα για κάποιον άλλον και ταυτόχρονα η σεξουαλική έλξη για άλλα άτομα, μπορεί να συνυπάρχουν! Με τα λόγια της Έλεν Φίσερ: «Είμαστε ικανοί να αγαπάμε περισσότερους από έναν ανθρώπους ταυτόχρονα. Στην πραγματικότητα, μπορούμε να είμαστε ξαπλωμένοι στο κρεβάτι την νύχτα και να περνάμε από βαθιά αισθήματα προσκόλλησης για ένα πρόσωπο σε βαθιά αισθήματα ρομαντικής αγάπης για κάποιον άλλο. Είναι σαν να συνεδριάζει μια επιτροπή στο κεφάλι σας καθώς προσπαθείτε να αποφασίσετε τι θα κάνετε.» Αν λοιπόν έχετε νιώσει ποτέ έτσι, τώρα ξέρετε γιατί. Και αν όλα αυτά σας φαίνονται αποστειρωμένες εξηγήσεις που «σκοτώνουν τον έρωτα», μάλλον υποτιμάτε την δύναμη των τόσο καλά ριζωμένων στον εγκέφαλο μας συστημάτων αλλά και των τόσο άγνωστων ακόμα μηχανισμών που μας κάνουν να ερωτευόμαστε ξανά και ξανά. Αν και όπως έχει πει η Έμιλυ Ντίκινσον, «ο χωρισμός είναι το μόνο που χρειάζεται να ξέρουμε από την κόλαση», η ανθρωπότητα εδώ και χιλιετίες, σε κάθε κοινωνία, εξακολουθεί να ζει και να πεθαίνει από έρωτα.
Η Φίσερ διηγείται μια ιστορία για να δείξει το πώς η βιολογία και η μαγεία συνυπάρχουν: «Πρόκειται για ένα φοιτητή τρελά ερωτευμένο με μια άλλη φοιτήτρια, η οποία όμως δεν είναι ερωτευμένη μαζί του. Πηγαίνουν μαζί για ένα συνέδριο στο Πεκίνο. Ο φοιτητής ήξερε ότι αν κάνεις κάτι πολύ πρωτότυπο με κάποιον, μπορείς να αυξήσεις την ντοπαμίνη στον εγκέφαλο του και πιθανόν να ενεργοποιήσεις το σύστημα ρομαντικής αγάπης του εγκεφάλου. Αποφάσισε να βάλει την επιστήμη να δουλέψει και κάλεσε την κοπέλα για μια βόλτα με ρίκσο (=τρίτροχα ποδήλατα με οδηγό, είναι δημοφιλή μέσα μεταφοράς στην Κίνα). Φανταζόταν πως κάτι τέτοιο – μια διαδρομή ανάμεσα σε εκατοντάδες άλλα οχήματα και ρίκσο – θα ήταν τρελό, θορυβώδες και συναρπαστικό. Σκέφτηκε ότι αυτό θα ανέβαζε τη ντοπαμίνη της και θα τον ερωτευόταν. Οπότε ξεκινούν και αυτή ξεφωνίζει και τον σφίγγει και γελάει και περνάει καταπληκτικά. Μια ώρα αργότερα κατεβαίνουν από το ρίκσο και σηκώνει τα χέρια της ψηλά και λέει: ‘Δεν ήταν υπέροχο;;!!... Και ο οδηγός της άμαξας δεν ήταν κούκλος;;!!!!»
 Όσο και αν εξηγήσουμε την βιολογία της αγάπης, ο έρωτας θα συνεχίσει να είναι κάτι μαγικό. Και «ένας κόσμος χωρίς αγάπη είναι ένα ολέθριο μέρος» (Έλεν Φίσερ)


Περισσότερες πληροφορίες για την Έλεν Φίσερ εδώ: http://en.wikipedia.org/wiki/Helen_Fisher_(anthropologist)
και εδώ http://www.helenfisher.com/

Δείτε το βίντεο με την ομιλία της Φίσερ στο TED conference εδώ (έχει ελληνικούς υπότιτλους): http://www.ted.com/talks/lang/el/helen_fisher_tells_us_why_we_love_cheat.html?source=facebook#.UtQwv4nVILR.facebook


Η ΚΑΤΑΘΛΙΨΗ ΣΤΗΝ ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ ΖΩΗ ΚΑΙ ΓΛΩΣΣΑ

Δημοσιεύτηκε: Σάββατο, 25 Ιουλίου 2015
Τι είναι η κατάθλιψη;
Η κατάθλιψη είναι ψυχική διαταραχή (mental disorder) που ανήκει στην ομάδα των Διαταραχών της Διάθεσης. Κατάθλιψη είναι η δυσάρεστη συναισθηματική διάθεση του ατόμου που συνοψίζεται σε μια κατάσταση παθολογικής (έντονης και παρατεταμένης) θλίψης και συνοδεύεται από σημαντική μείωση του αισθήματος προσωπικής αξίας και από την επώδυνη συνείδηση της επιβράδυνσης των νοητικών, ψυχοκινητικών και οργανικών διαδικασιών.
Τι είναι η «διάθεση»;

 Η συναισθηματική διάθεση ή απλά διάθεση (mood) είναι ο καθολικός και σταθερός συναισθηματικός τόνος που βιώνεται εσωτερικά από το άτομο. Η διάθεση διακρίνεται από το συναίσθημα (affect) το οποίο αποτελεί την εξωτερική έκφραση της διάθεσης. Καθώς η εξωτερική έκφραση ενός ασθενή με κατάθλιψη δεν είναι πάντα καταθλιπτική, η Καταθλιπτική Διαταραχή περιγράφεται πιο σωστά σαν Διαταραχή της Διάθεσης και όχι Συναισθηματική Διαταραχή.
 Τι σημαίνει ο όρος «ψυχική διαταραχή»;
Με τον όρο "ψυχική διαταραχή" περιγράφεται ένα σύνολο ψυχολογικών συμπτωμάτων, παθολογικών συμπεριφορών και μειωμένης λειτουργικότητας. Οι διαταραχές αυτές συνήθως προκαλούν κλινικά σημαντική υποκειμενική ενόχληση και έκπτωση στον κοινωνικό, επαγγελματικό ή άλλους σημαντικούς τομείς της λειτουργικότητας του ατόμου. Μπορεί να οφείλονται σε οργανικούς, κοινωνικούς, γενετικούς και ψυχολογικούς παράγοντες. [ορισμός της ψυχικής διαταραχής σύμφωνα με: American Psychological Association (2007). APA Dictionary of Psychology. Washington, DC: Author.] Εδώ ίσως αξίζει να σημειώσουμε ότι η ακριβής μετάφραση του όρου "mental disorder" είναι "νοητική / πνευματική διαταραχή". Στην Ελλάδα όμως έχει επικρατήσει ο όρος "ψυχική (ή ψυχιατρική) διαταραχή".
Σε ποιες διαφορετικές καταστάσεις χρησιμοποιείται η λέξη «κατάθλιψη»;

Η λέξη « κατάθλιψη » χρησιμοποιείται για ένα ευρύ φάσμα συναισθηματικών καταστάσεων που μπορεί να είναι είτε φυσιολογικές είτε παθολογικές. Η λέξη κατάθλιψη χρησιμοποιείται με πολλές διαφορετικές σημασίες: από τη μία μεριά χρησιμοποιείται στην καθημερινή γλώσσα όταν κάποιος "νιώθει λυπημένος", "δεν έχει κέφι", "είναι μελαγχολικός" και από την άλλη μεριά χρησιμοποιείται με πιο ειδικό τρόπο για να περιγράψει το κλινικό σύνδρομο, την ψυχική διαταραχή που χρειάζεται θεραπεία.

Τι σημαίνει ο όρος κατάθλιψη στην καθημερινή ζωή και γλώσσα;

Ο όρος κατάθλιψη όπως συχνά χρησιμοποιείται στην καθημερινή ζωή και γλώσσα είναι μια πανανθρώπινη εμπειρία και εκφράζει ένα βαθμό λύπης, θλίψης. Όλοι έχουμε αισθανθεί στη ζωή μας συναισθηματικές διακυμάνσεις που αφορούν δύο κυρίως συναισθήματα: την χαρά και την λύπη. Η λύπη ή θλίψη είναι ένα φυσιολογικό συναίσθημα και εκλύεται κάτω από ορισμένες ψυχοτραυματικές συνθήκες, όπως η απώλεια ενός αγαπημένου προσώπου, ο χωρισμός, η απώλεια της εργασίας, η διάψευση μιας σημαντικής προσδοκίας, η διακοπή μίας στενής φιλίας, η απώλεια αγαθών, η μη επίτευξη ενός στόχου κλπ. Οι φυσιολογικές αυτές αντιδράσεις δεν διαρκούν πολύ, δεν επηρεάζουν σημαντικά την γενική λειτουργικότητα του ατόμου, μεταβάλλονται εύκολα, συνήθως αυτοπεριορίζονται και το άτομο επιστρέφει σύντομα στους φυσιολογικούς ρυθμούς του. Η κατάθλιψη λοιπόν με την κοινή σημασία του όρου είναι μια άσχημη/κακή διάθεση, φυσιολογική απάντηση σε ένα ερέθισμα που εκλαμβάνεται από το άτομο ως απώλεια κάποιου σημαντικού πράγματος και δημιουργεί απογοήτευση.
 Τι σημαίνει ο όρος κατάθλιψη όπως χρησιμοποιείται από τους ειδικούς ψυχικής υγείας;
Ο όρος κατάθλιψη όπως χρησιμοποιείται από τους ειδικούς ψυχικής υγείας περιγράφει μια σοβαρότερη κατάσταση, μια πάθηση που έχει σημαντικές επιπτώσεις, οι οποίες ενδέχεται να φτάσουν μέχρι την αυτοκτονία. Επειδή σε βιωματικό επίπεδο η (φυσιολογική) θλίψη και η (παθολογική) κατάθλιψη αποτελούν ποιοτικά παρεμφερείς συναισθηματικές εμπειρίες, υπάρχει η εσφαλμένη αντίληψη πως οφείλονται στις ίδιες αιτίες και υπόκεινται στους ίδιους (θεραπευτικούς) χειρισμούς: όμως, όταν η θλίψη αντί να μειώνεται με το πέρασμα του χρόνου γίνεται πιο έντονη, διαρκεί περισσότερο από δύο εβδομάδες, επηρεάζει τόσο το σώμα όσο και τον ψυχισμό και τις φυσιολογικές δραστηριότητες του ατόμου (δουλειά, ύπνος, διατροφή, στενές σχέσεις), τότε είναι πιθανόν το άτομο να υποφέρει από καταθλιπτική διαταραχή και να χρειάζεται την βοήθεια κάποιου ειδικού για να την αντιμετωπίσει. Συμπερασματικά, αυτό που διαφοροποιεί την κατάθλιψη από την κακή διάθεση είναι η μεγάλη ένταση και η μακρά διάρκεια των αρνητικών αισθημάτων καθώς και το εύρος των συνοδών συμπτωμάτων.
 Η νόσος κατάθλιψη – η οποία ονομάζεται, επίσης, κλινική κατάθλιψη – είναι μια σοβαρή ασθένεια, όπου το καταθλιπτικό συναίσθημα γίνεται χρόνιο και αποκτά στην πραγματικότητα τη δική του ζωή. Εάν πάσχετε από κατάθλιψη, νιώθετε ότι δεν ελέγχετε πλέον τη διάθεση ή τα συναισθήματά σας. Η νόσος κατάθλιψη επηρεάζει όλους τους τομείς:
  • συναισθήματα
  • σκέψεις
  • συμπεριφορά
  • λειτουργία του σώματος

Ποια είναι η βαρύτητα της νόσου;

Η βαρύτητα της νόσου ποικίλλει. Τα επεισόδια που αναδύονται κυμαίνονται από ήπια έως σοβαρά. Μπορεί να εμφανιστεί ένα και μοναδικό επεισόδιο ή η νόσος να μεταπέσει σε χρόνια ή υποτροπιάζουσα μορφή.
Ποια είναι η θεραπεία; Η θεραπεία της κατάθλιψης περιλαμβάνει ψυχοθεραπεία ή φαρμακευτική αγωγή ή συνδυασμό των παραπάνω. Με τα σύγχρονα θεραπευτικά μέσα η κατάθλιψη είναι μια νόσος που μπορεί να αντιμετωπιστεί. Ωστόσο, μόνο το 10-25% των ασθενών υποβάλλονται σε θεραπευτική αγωγή.
Η κατάθλιψη είναι μια ασθένεια που αντιμετωπίζεται, αλλά αντιμετωπίζεται καλύτερα όταν αντιμετωπίζεται έγκαιρα.