Doc.gr
Δημοσιεύτηκε: Σάββατο, 25 Ιουλίου 2015
30 +, Γυναίκα, Μόνη
Η δεκαετία των 30 – και ετών, είναι για την γυναίκα η περίοδος που ξαφνικά συνειδητοποιεί ότι ο χρόνος περνάει γρήγορα…πολύ γρήγορα. Ειδικότερα, γύρω στα 35, οπότε νιώθει ότι το βιολογικό της ρολόι χτυπάει και τίποτα δεν μπορεί να επιβραδύνει την πορεία του. Νιώθει ότι τελειώνει το χρονικό περιθώριο που της δίνει η φύση για να τεκνοποιήσει. Αυτός ο φυσικός χρονικός περιορισμός δημιουργεί ένα αναπόφευκτο άγχος που ωθεί στην αναζήτηση, όσο το συντομότερο δυνατόν, των συνθηκών που θα της επιτρέψουν να κάνει παιδιά, δηλαδή του γάμου.
Το άγχος για το κοντινό τέλος της αναπαραγωγικής της δυνατότητας διακατέχει συχνά ακόμη και τις γυναίκες που δεν επιθυμούν ή δεν είναι σίγουρες ότι επιθυμούν να τεκνοποιήσουν. Να αποκτήσει μια γυναίκα παιδί θεωρείται η «μοίρα» της, ο «προορισμός» της. «Είναι φυσικό». Η κοινωνία (και όχι μόνο η φύση) λέει στις γυναίκες ότι «γυναίκα ίσον μητέρα». Στις συνεντεύξεις μεσήλικων γυναικών – ανεξάρτητα από τα υπόλοιπα επιτεύγματα και την ακτινοβολία της προσωπικότητας τους - πάντα τίθεται η ερώτηση: «μετανιώσατε που δεν κάνατε παιδί;». Δεν θυμάμαι να έχει γίνει ποτέ η ίδια ερώτηση σε άντρα αντίστοιχης ηλικίας. Αυτές που αρνούνται την μητρότητα είναι – στα μάτια τόσο των αντρών όσο και των υπόλοιπων γυναικών - λιγότερο γυναίκες: καθίστανται ύποπτες μιας επιζήμιας και επώδυνης έλλειψης, μιας ελαττωματικής και μη ολοκληρωμένης ύπαρξης. Όταν μια γυναίκα μετά τα τριάντα δεν είναι βέβαιη ότι θέλει να αποκτήσει παιδιά, αμέσως διερωτάται: «Μήπως κάτι δεν πάει καλά με εμένα?». Η στάση της θέτει σε λειτουργία την άμεση ιδεολογική αντεπίθεση του περίγυρου της, ο οποίος ανησυχεί, απορεί, νουθετεί, παρατηρεί με απορία και περιφρόνηση, υποπτεύεται την ύπαρξη κάποιας αναπηρίας (χαρακτηρολογικής ή διανοητικής). Σχεδόν πάντα, η ίδια της η οικογένεια της επιτίθεται.

Η επιθυμία της μητρότητας, μια κατεξοχήν κοινωνική επιταγή, έχει εσωτερικευθεί στην γυναίκα από την παιδική της ηλικία και εκδηλώνεται αργότερα είτε με την μορφή της «προσωπικής» επιθυμίας, είτε με την μορφή της ενοχής για την μη επιθυμία. Αυτή η επιταγή σε συνδυασμό με την επίγνωση του φυσικού χρονικού περιορισμού, οδηγεί αρκετές γυναίκες σε «αναγκαστικές» αποφάσεις έσχατης λύσης και στην οπισθοχώρηση μπροστά στην πίεση του οικογενειακού και ευρύτερου κοινωνικού περιβάλλοντος, με ολέθριες συχνά συνέπειες.
Παρ’ όλο που η ελεύθερη έκφραση περιφρόνησης για τις «γεροντοκόρες» είναι πλέον σπάνια, η ουσιαστική περιφρόνηση για την ανύπαντρη γυναίκα εξακολουθεί να υπάρχει. Το να είναι μόνη θεωρείται αποτυχία να βρει σύντροφο, ανικανότητα να δεσμευτεί λόγω ναρκισσισμού, ψυχρότητας και αντίδρασης στην «φυσική τάξη», ή αναζητείται κάποια «σκοτεινότερη» αιτία. Σε καμία περίπτωση, η εξήγηση της επιλογής δεν γίνεται πραγματικά δεκτή. Το περιοδικό «Nouvel Observateur» (3-9. 1. 2008), στο αφιέρωμα του για την Simone de Beauvoir(1), «είναι αποκαλυπτικό των όρων που οφείλει να πληροί μια γυναίκα (ακόμα κι αυτή): να …συνοδεύεται από έναν άντρα»(2).

Αν και τα στατιστικά δεδομένα καταδεικνύουν πως ολοένα και περισσότερες Ελληνίδες (ανεξαρτήτως ηλικίας) διστάζουν να παντρευτούν,τα ποσοστά αυτά μειώνονται εντυπωσιακά όταν πρόκειται για τις ηλικίες μεταξύ 32 και 39 ετών.Η εποχή όπου ο γάμος αποτελούσε αυτοσκοπό για τις νέες γυναίκες είναι πλέον παρελθόν. Η εποχή όπου οι 35άρες γυναίκες νιώθουν άγχος και αποτυχία όταν παραμένουν ανύπαντρες δεν έχει ακόμη παρέλθει. Παρ' όλο που οι κάποτε κραταιές αντιλήψεις περί αναγκαιότητας γάμου και παιδιών έχει εκφυλιστεί στο χτύπημα του βιολογικού ρολογιού, οι γυναίκες πανικοβάλλoνται για την αποτυχία τους να βρουν σύντροφο σε εκπληκτικά μικρή ηλικία,ήδη από την εφηβεία. Επιπλέον, άντρες και γυναίκες που δεν έχουν παντρευτεί στα 35 τους αντιμετωπίζονται πολύ διαφορετικά: οι εργένηδες αυτής της ηλικίας είναι περιζήτητοι, ζηλευτοί και ελεύθεροι πιέσεων να "αποκατασταθούν", ενώ οι αντίστοιχες εργένισσες καλούνται κάθε στιγμή να υπερασπιστούν την ύπαρξη τους και να αρνούνται ευγενικά "ευκαιρίες" γνωριμιών.

Η συνεχής αυτή πίεση (εξωτερική και εσωτερική) για γάμο και αναπαραγωγή στην πραγματικότητα βάζει σε σοβαρό κίνδυνο τις γυναίκες με πολλαπλούς τρόπους. Τις γεμίζει άγχος, στο οποίο είναι ούτως ή άλλως περισσότερο ευάλωτες από τους άντρες (περισσότερες από τις μισές γυναίκες δηλώνουν ότι βιώνουν το άγχος στην καθημερινότητα τους). Η αίσθηση αποτυχίας και ανικανότητας τις κάνει περισσότερο ευάλωτες στην κατάθλιψη (την οποία παρουσιάζουν σε ποσοστό διπλάσιο από το αντίστοιχο των αντρών). Αναλώνουν μεγάλο μέρος της ενέργειας και του δυναμικού τους σε μια αγχογόνα προσπάθεια να βρουν και να κρατήσουν έναν άντρα. Δυστυχώς, συχνά, προχωρούν σε ένα γάμο από απελπισία, ανασφάλεια ή εξάντληση της αντοχής τους απέναντι στις πιέσεις του περιβάλλοντος τους. Γυναίκες μου έχουν εξομολογηθεί το εξής ενδεικτικό: "Δεν με νοιάζει αν θα χωρίσω μετά. Αρκεί να παντρευτώ!".
Επικρατεί ακόμη η εμμονή ότι ο γάμος και η τεκνοποίηση ικανοποιούν όλες τις ανάγκες της γυναίκας.Και όμως, σύγχρονες έρευνες αναδεικνύουν ένα εντυπωσιακό και αντίθετο με την κοινή αντίληψη αποτέλεσμα: ο γάμος λειτουργεί ως επιβαρυντικός παράγοντας κατάθλιψης στις γυναίκες, ενώ αντίθετα στους άντρες λειτουργεί προστατευτικά! Όπως ξέρουν αρκετές μοναχικές γυναίκες, το να είσαι μόνη και ελεύθερη είναι ευλογία σε σχέση με την δυστυχία που προκαλεί ένας κακός σύντροφος και ένας κακός (=για λάθος λόγους) γάμος. "Εξάλλου τα πράγματα που θέλεις συνήθως δεν εμφανίζονται παρά μόνο όταν έχεις πάψει να τα ψάχνεις" (Germaine Greer,Η ολοκληρωμένη γυναίκα)


ΔΙΑΒΑΣΤΕ:
Τα καλά κορίτσια πάνε στον παράδεισο, τα κακά πάνε παντού,Ούτε Έρχαρτ, Εκδ. Καστανιώτη
Κάθε μέρα και πιο κακό κορίτσι, Ούτε Έρχαρτ, Εκδ. Καστανιώτη
Η ολοκληρωμένη γυναίκα, Germaine Greer, Εκδ. Ενάλιος

1 Simone de Beauvoir: κάτοχος του υψηλότερου πανεπιστημιακού διπλώματος στην φιλοσοφία στη Γαλλία, βραβευμένη με το βραβείο Γκονκούρ (το σημαντικότερο λογοτεχνικό βραβείο στη Γαλλία), συγγραφέας των βιβλίων "Το Δεύτερο Φύλο" και "Δεν γεννιέσαι γυναίκα, γίνεσαι".
2 Sylvie Tissot, Η γυμνή Σιμόν με τα βαμμένα νύχια, Le Monde Diplomatique, ελλην. εκδ., 2.3.2008.



  • Διάδωσέ αυτό το άρθρο: